Σάββατο 11 Ιανουαρίου 2014
Κυριακή 13 Φεβρουαρίου 2011
Τετάρτη 2 Φεβρουαρίου 2011
Κυριακή 12 Απριλίου 2009
O παπαγάλος του Κοστολάνι
Μια εταζέρα από απροσδιόριστο υλικό στέκονταν απέναντι από την είσοδο. Ηταν κομψή και έδειχνε εφήμερη σύμφωνα με τις επιταγές του συρμού. Στο πάνω ράφι στεκόταν ένα ανθοδοχείο από βακελίτη σε μια ωοεδεί απομίμηση γυναικείου σώματος.
Το χωλ της εισόδου οδηγούσε σε ένα τεράστιο καθιστικό με πάτωμα από λευκό ξύλο και μινιμαλιστική επίπλωση. Στο μέσον ένας ιδιόρρυθμος τύπος κυκλικού καναπέ. Από αυτούς που είναι για τρια τέσσερα άτομα που μπορούν να καθίσουν εκατέρωθεν της πλάτης και ονομάζεται εντισκρέ. Στα γαλλικά σημαίνει «αδιάκριτος». Αυτό γιατί πάντα κάποιος μπορεί να καθίσει με την πλάτη προς τους άλλους και τους κρυφακούει. Η μια πλευρά του καναπέ ήταν απέναντι από μια επίπεδη οθόνη τηλεόρασης η οποία ήταν κλειστή. Η σκηνή απέναντι από την άλλη πλευρά με αιφνιδίασε σε σημείο που πισωπάτησα.
Δυο τεράστιοι πίνακες ζωγραφικής στη σειρά κάλυπταν το μεγαλύτερου μέρος της επιφάνειας του τυφλού λευκού τοίχου. Εμοιαζαν με απομιμήσεις του Τέρι Ρότζερς, ενός μοδάτου αμερικάνου καλλιτέχνη. Ηταν ο αγαπημένος των λαιφ σταιλ περιοδικών. Καθόλου απίθανο να είναι και αυθεντικοί, σκέφθηκα. Οι πίνακες του Ρότζερς έχουν τίτλους όπως« Η αποθέωση της ευχαρίστησης» και δημιουργούν μόνο ένα ερωτηματικό: Πριν ή μετά;
Ατομα όλων των φυλών και των φύλων αλλά του μοναδικού σωματότυπου που κυριαρχεί στο υψηλό μόντελινγκ σε άτακτη ημίγυμνη περιφορά, σε χρόνο λίγο πριν ή μετά ενός επί πληρωμή πηδήματος. Κυριαρχούν μόνο ενσταντανέ επιφανειακού παροξυσμού. Κατά τα άλλα ωμός φωτογραφικός ρεαλισμός αποτυπωμένος με λάδι σε καμβάδες.
Διάσπαρτα αξεσουαρ σε γραβάτες, πανάκριβες μεταξωτές κιλότες, μισοκατεβασμένα μπλου τζιν με φαρδιές ζώνες, γόβες, δαντέλες, καναπέδες, ταμπουρέ και σαμπανιέρες ατάκτως προτεταμένα.
Τα κορμιά χωρίς τις ατέλειες των καθημερινών ανθρώπων. Στα χέρια μπουκάλια και ποτήρια με επώνυμο αλκοολ. Το σκηνικό κάνει το μάτι να ψάχνει πίσω από το πρώτο πλάνο ασυναίσθητα για γραμμές της λευκής σκόνης.
Η ομορφιά του συρμού αιχμάλωτη του χρωστήρα, σαν σκηνές από πορνό με πρωταγωνιστές διαφημίσεων σε μια απόπειρα διαιώνισης του εφήμερου. Κάθε πίνακας ξεπερνούσε τα δυο μέτρα σε ύψος και τα τρια σε πλάτος. Περιελάμβανε δέκα τουλάχιστον φιγούρες με τα μεγέθη τους να ποικίλλουν αναλόγως του προοπτικού βάθους. Σε έκαναν να νιώθεις ότι βρισκόσουν στη μέση ενός οργίου της σύγχρονης μπουρζουαζίας όπως ένα μυθιστόρημα ιταλικού νεορεαλισμού του μεσοπολέμου θα μπορούσε να αποδώσει. Μήπως ο ζωγράφος είχε ένα δεύτερο επίπεδο ανάγνωσης όπως η σύλληψη της μοναξιάς και της πλήξης που είναι ντυμένη με ακριβά μεσοφόρια και κάνει σλάλομ ανάμεσα σε μπακαρά, χρυσές αλυσίδες, κρύσταλλα και τις άλλες ασπιρίνες της ματαιοδοξίας; Ή μήπως η απροκάλυπτα πορνογραφική σεξουαλικότητα είναι η παγίδα για τα κορόιδα της αμάθειας και ο “ποιητής” με ένα σμπάρο πετύχαινε δυο τρυγόνια; Ειχε τύχει να διαβάσω γι’ αυτόν και σ’ ένα επαγγελματικό ταξίδι στο Αμστερνταμ να επισκεφθώ μια εκθεσή του. Ο τύπος είχε ζωγραφίσει εκατοντάδες πίνακες με το ίδιο θέμα σε πανομοιότυπες παραλλαγές. Η αποθέωση της μανιέρας. Αποτελούσε το καλλιτεχνικό άλλοθι των της ευημερούσας κατά τα λοιπά ανά την υφήλιο τάξης των σελέμπριτις. Τη θρησκεία της αργόσχολης τάξης.
Στην άλλη άκρη ένα μικρό μπουντουάρ με δύο πολυθρόνες από κόκκινο βελούδο και σκελετό από ανοξείδωτο ατσάλι, δίπλα σ’ έναν διθέσιο καναπέ από τα ίδια υλικά, κύκλωναν ένα τραπέζι με από σκούρο χονδρό γυαλί σχήματος πι που κείτονταν στο πλαι.
Η βαριά εσωτερική πόρτα που οδηγούσε στο διπλανό δωμάτιο δεν ήταν κλειδωμένη. Στην μια πλευρά δέσποζε ένα γυάλινο γραφείο που στηρίζονταν σε τέσσερα μεταλλικά πόδια. Μόνο μια γυάλινη επιφάνεια και τέσσερα πόδια. Τίποτα άλλο. Οποιος το είχε σκεφτεί αυτό είχε πιάσει διάνα. Όταν ο ψυχολόγος δέχεται πίσω από ένα γραφείο ακάλυπτος σε κοινή θέα προδιαθέτει ανάλογα και τον επισκέπτη. Το ανάκλιντρο που προφανώς έπαιζε το ρόλο του ντιβανιού ήταν στην άλλη άκρη και κοιτούσε προς το γραφείο της αποκάλυψης. Η πολυθρόνα από την οποία ο ψυχοβγάλτης ανακρίνει τον ασθενή από πίσω, έτσι ώστε η φωνή του γιατρού να μοιάζει όσο γίνεται περισσότερο με φωνή που προέρχεται από τον ίδιο. Στον τοίχο πίσω από το γραφείο δεσπόζει μια βιβλιοθήκη από γυαλί και ατσάλι. Σειρές από εγχειρίδια ψυχανάλυσης και ψυχιατρική στα ελληνικά και τα γαλλικά καλύπτον τα περισσότερα ράφια. Κάτω δεξιά μια σειρά βιβλίων που οι ακανόνιστες ράχες θυμίζουν βιβλία ελεύθερου χρόνου. Πλησίασα, πιο κοντά για να ξεχωρίσω τους τίτλους. Ο Ιούδας φιλούσε υπέροχα, Το σμήνος, ο κώδικας Ναβίντσι. Από μια θήκη που φιλοξενούσε μερικά σι-ντι με μουσική γραφείου προφανώς φαινόταν μόνο η ετικέτα ένα πακτωμένου δίσκου μουσικής με γνωστά κλασικά κομμάτια σε μι εύπεπτη ντίσκο εκτέλεση. Ένα ερμάριο που κλείδωνε με μια κάθετη συρώμενη ρολιέρα από σκούρο μασιφ ξύλο έστεκε σαν φρουρός στη αριστερή άκρη της βιβλιοθήκης. Το αρχείο με του φακέλους των ασθενών προφανώς. Πάνω στο γραφείο η κατάληξη μια εθερνετ σύνδεσης για κάποιο λαπ-τοπ που απουσίαζε προφανώς δίπλα σε ένα σειριακό βύσμα που οδηγούσε σε κομψό εκτυπωτή.
Κυριακή 5 Απριλίου 2009
H συντέλεια
Μια διόρθωση προκειμένου να σέβεται τον εαυτό της πρέπει να τρομάξει τόσο του θαμώνες των χρηματιστηριακών αγορών που να φτάσουν στο σημείο να θεωρούν ότι έχει φτάσει η συντέλεια σαν μια αρκετά σοβαρή περίπτωση.
Η διαπίστωση αυτή αποτελεί και τον μοναδικό παράγοντα ανησυχίας.
10/09/07
Σάββατο 7 Μαρτίου 2009
Είδα το Διηνέκη
"Είδα το Διηνέκη να ανασυντάσσει του στοίχους της ενωμοτίας του, να καταγράφει τις απώλειές τους και να προσφέρει βοήθεια στους τραυματίες. Οι Σπαρτιάτες έχουν έναν όρο γι’ αυτή την κατάσταση του νου, η οποία πρέπει να αποφεύγεται πάση θυσία στη μάχη. Την αποκαλούν κατάληψη. Εννοούν τη διαταραχή των αισθήσεων που προέρχεται όταν ο τρόμος ή η οργή κυριεύουν το νου.
Καθώς παρακολουθούσα το Διηνέκη να συγκεντρώνει και να περιποιείται τους άντρες του, συνειδητοποίησα ότι αυτός ακριβώς ήταν ο ρόλος του Αξιωματικού : να προφυλάσσει όσους είναι κάτω από τις διαταγές του σε όλα τα στάδια της μάχης – πριν κατά τη διάρκεια και μετά – ώστε να μην καταληφθούν. Ακόμη, να υποδαυλίζει την ανδρεία τους όταν πάει να τους εγκαταλείψει και να συγκρατεί την οργή τους όταν υπάρχει φόβος να τους παρασύρει και να σπάσουν τους στοίχους. Αυτή ήταν η δουλειά του Διηνέκη. Γι’ αυτό φορούσε την περικεφαλαία με το λοξό λοφίο του αξιωματικού."