Κυριακή 27 Ιανουαρίου 2008

Ενα μελλοντικό κραχ


To πρωινό φως είχε απλωθεί στην κοιλάδα και το παλιό ψαροχώρι ξυπνούσε με τη συνηθισμένη ημικρανία των άρρωστων τόπων. Τα καφενεία και τα μπακάλικα ήταν ακόμη κλειστά, ενώ τα πατζούρια των χαμόσπιτων ερμητικά αμπαρωμένα, μη και γυρίσει ο άνεμος τη νύχτα και τρυπώσει η κίτρινη κατάρα.


Στις αυλές των σπιτιών δεν φύτρωνε ούτε δένδρο ούτε λουλούδι. Το αλάτι που κουβαλούσε μαζί της η άμμος έκαιγε τα πάντα μέχρι εκεί που έφτανε στην κοιλάδα και ακόμη παραπέρα. Το αλάτι καθώς έσπαγε σε ελαφρύτερους κρυστάλλους, έφτανε ακόμη μακρύτερα.


H ψιλή άμμος είχε καθίσει παντού στην κοιλάδα. Τη σκέπαζε σαν κίτρινο σάβανο. Το τοπίο στο Αμπρί άλλαζε μορφή μέρα με τη μέρα. Πολλές φορές άλλαζε μέσα στην ίδια μέρα, κατά του γούστα που φύσαγε ο άνεμος.


Όταν έπιανε ο θερμός νοτιάς η άμμος εκτοξεύονταν από την παραλία προς τη συστάδα των χαμόσπιτων που άρθρωναν την συνοικία στο απέναντι ύψωμα. Βαριοί και υγροί όπως ήταν οι κόκκοι από το σφικταγκάλιασμα με το αλάτι, έπεφταν πάνω στους τοίχους του νοτιά και έχτιζαν μικρές θίνες, οι οποίες στην συνέχεια μεγάλωναν.


Πολλές φορές ο νοτιάς κράταγε για μέρες και οι μικρές θίνες τράνευαν και γίνονταν λοφίσκοι, πέντε, δέκα και δεκαπέντε μέτρα ψηλοί.Συχνό ήταν το φαινόμενο να σκεπάζουν ολόκληρες πλευρές ή ακόμη και τα μισά σπίτια.


Ενώ σπάνια είχαν σκεπάσει και σπίτια ολάκερα κάνοντας του έγκλειστούς να προσεύχονται να αλλάξει ο άνεμος και να τους απελευθερώσει.Οι άνθρωποι φοβούμενοι ότι κάποια μέρα μπορεί να ξυπνήσουν θαμένοι σε ένα λόφο από τόνους άμμου, είχαν προσαρμόσει στις καμινάδες μεταλλικούς σωλήνες που στην ανάγκη θα εξασφάλιζαν λίγο φρέσκο αέρα.

Ετσι θα εξοικονομούσαν το επιούσιο οξυγόνο των λίγων ημερών που θα κράταγε ο αποκλεισμός.


Το δημαρχείο είχε προμηθευτεί ένα μικρό στόλο από μπουλντόζες, φορτηγά και εκσκαφείς, που έτρεχαν να απελευθερώσουν απεγκλωβισμένα σπίτια και δρόμους όταν παρουσιάζονταν κάποια ανάγκη.Με τον καιρό όμως κατάλαβαν ότι ήταν μάταιο.


Το φορτίο των κόκκων έμοιαζε με φορτίο μερμυγκιών, πριν προλάβει να επιστρέψει το φορτηγό αυτά είχαν σκορπίσει και επέστρεφαν από εκεί που τα μετέφεραν.Παλιότερα σε άλλους τόπους που έσερναν μικρότερες κατάρες από τις προηγούμενες ζωές, έλεγαν ότι το νερό και ο αέρας είναι αυτά που δεν συγκρατούνται με τίποτα. Εδώ είχαν μάθει ότι το ίδιο συμβαίνει και με την άμμο.


Τώρα ο μικρός στόλος των οχημάτων σκούριαζε παρατεταγμένος σε σειρά, σαν βετεράνοι των ναπολεόντειων πολέμων που αποσύρθηκαν πριν την ώρα τους, σε μια απόμερη πλατεία.Αλλοτε, το σημείο στάθμευσης, μια λωρίδα εκατό μέτρων, γινόταν η καρδιά ενός γιγάντιου λόφου από άμμο που έμοιαζε με γριά σκυμμένη πάνω από μια σκάφη. Αλλοτε πάλι, σαν οροσειρά των Αλπεων σε κλίμακα υψομέτρου μερικών δεκάδων μέτρων.


Πριν από 30 χρόνια το Αμπρί ήταν ένα σύμπλεγμα από γραφικούς συνοικισμούς από σπίτια ψαράδων. Το λιμανάκι θεωρούνταν αλιευτικό καταφύγιο και ένας στόλος από μικρότερα και μεγαλύτερα σκάφη ήταν δεμένος στους ντόκους σε διπλές και τριπλές σειρές.Ηταν εποχή που όλη τη νύχτα, φορτηγά ψυγεία πήγαιναν και έρχονταν βιάζοντας το σκοτάδι με τα μεγάλα φώτα.


Μετέφεραν τις αρτι αλιευθείσες ψαριές προκειμένου να προλάβουν τις κοντινές μεγάλες ιχθυαγορές της Νότιας Γαλλίας.Η εντατική αλίευση του κόλπου μπροστά από το Αμπρί, με δίχτυα που έσερναν δυο αλιευτικά μεταξύ τους και έγδερναν το βυθό είχε εξαφάνισε την χλωρίδα του.


Την εξαφάνιση της χλωρίδα ακολούθησε και η εξαφάνιση της πανίδας και σιγά σιγά ο περίφημος αλιευτικός στόλος της περιοχής άρχισε να σκουριάζει αγκυροβολημένος κατά συστάδες αρόδου.


Η χλωρίδα του βυθού όμως συγκρατούσε τις μετακινήσεις της χρυσαφένια ψιλής άμμου. Ο νότιος κυματισμός άρχισε να σπρώχνει τόνους άμμου κάθε χρόνο στην ακτή και από εκεί ο αέρας την σκόρπιζε στην γύρω περιοχή.


Εκατό ψυχές ήταν αυτές που είχαν απομείνει στο χωριό. Συνταξιούχοι οι περισσότεροι, με το βλέμμα κίτρινο κι αυτό και το ηθικό τσακισμένο. Τριγυρνούσαν στους έρημους δρόμους σαν τα φαντάσματα που μπαινοβγαίνουν σε σπίτια και καφενεία που η κατάρα της άμμου είχε μετατρέψει σε ανοιχτούς τάφους.


Στους πραγματικούς τάφους οι πεθαμένοι δεν έλιωναν, γιατί η άμμος είχε σκεπάσει το νεκροταφείο και το αλάτι είχε ποτίσει το χώμα. Είχε σκοτώσει κάθε μορφή ζωής. Ακόμη και αυτή που μετουσιώνει το θάνατο σε καινούργια ζωή.

Δεν υπάρχουν σχόλια: